Σουδάν: Η ιστορία και οι αιτίες ενός «προαναγγελθέντος» πραξικοπήματος

Φωτογραφία από Aladdin Mustafa, Πηγή: Pexels 

«Γιατί οι πολίτες του Σουδάν διαδηλώνουν;» ρωτούσε έναν κάτοικο της πρωτεύουσας, Καρτούμ, η δημοσιογράφος του MiddleEastEye, Όσα Μαχμούντ, τον Ιανουάριο του 2019, λαμβάνοντας την εξής απάντηση: «Οι ελλείψεις σε καύσιμα και η αύξηση της τιμής των βασικών αγαθών οδήγησε τους ανθρώπους στον δρόμο. Η σκληρή καταπίεση όμως από τους στρατιωτικούς, είναι αυτή που τους κρατάει εκεί». 

Ενδεχομένως, την ίδια απάντηση να λάμβανε και ένας/μια δημοσιογράφος που βρίσκεται σήμερα στην Καρτούμ, εάν ρωτούσε κάποιον από τους διαδηλωτές, οι οποίοι συνεχίζουν τις κινητοποιήσεις τους απέναντι στο στρατιωτικό πραξικόπημα της 25ης Οκτωβρίου, παρά τις θανατηφόρες επιθέσεις από στρατιωτικούς, με ένα σύνθημα που «κρατά» από τον Δεκέμβρη του 2018: «Ελευθερία, ειρήνη, δικαιοσύνη». 

Αναλυτικότερα, στις 25 Οκτώβρη, ο στρατός του Σουδάν, με επικεφαλή τον Άμπντελ Φάταχ αλ Μπουρχάν, κατέλαβε την εξουσία της χώρας και συνέλαβε τον πρωθυπουργό, Αμπντάλα Χαμντόκ μαζί με άλλα υψηλόβαθμα πολιτικά στελέχη, διαλύοντας την «μεταβατική κυβέρνηση» που θεσπίστηκε το 2019 και απαρτιζόταν από πολίτες και στρατιωτικούς. Ο αλ Μπουρχάν κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, δηλώνοντας πώς ο στρατός προέβη σε πραξικόπημα, για να διασφαλιστεί η ασφάλεια της χώρας, εγγυώμενος πως θα διεξαχθούν κανονικά ελεύθερες εκλογές το 2023. Από την πλευρά του, ο συλληφθείς πρωθυπουργός, Χαμντόκ, κάλεσε τους πολίτες του Σουδάν σε ειρηνικές διαδηλώσεις, την ώρα που χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι της χώρας απεργούν και προχωρούν σε μαζικές κινητοποιήσεις. «Υπερασπιστείτε την επανάσταση», ήταν το μήνυμα του Χαμντόκ, ο οποίος, με τον όρο «επανάσταση», αναφέρεται στις κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν τον Δεκέμβριο του 2018 και είχαν ως αποτέλεσμα την παραίτηση του επί 30 χρόνια ηγέτη του Σουδάν, Ομάρ αλ Μπασίρ, την άνοιξη του 2019.

Το χρονικό ενός «προαναγγελθέντος» πραξικοπήματος: Λερναίες Ύδρες, απόπειρες δολοφονίας και προφητικές δηλώσεις

Πιο συγκεκριμένα, ήταν Δεκέμβρης του 2018, όταν ο, καταδικασμένος για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, αλ Μπασίρ, επέβαλε μέτρα λιτότητας, προχωρώντας σε περικοπές σημαντικότατων οικονομικών βοηθημάτων των πολιτών του Σουδάν. Οι αντιδράσεις ήταν οξύτατες. Ξέσπασαν μαζικότατες διαδηλώσεις σε αρκετές περιοχές της χώρας, στις οποίες, σημειωτέον, όπως αναφέρει το AlJazeera, πρωτοστάτησαν νέοι και γυναίκες σε συνδυασμό με συνδικαλιστές από ένα ευρύτατο φάσμα επαγγελμάτων, με ένα κοινό αίτημα: Την παραίτηση του αλ Μπασίρ. Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν και για τους επόμενους μήνες και κορυφώθηκαν στις 6 Απριλίου 2019, όταν οι διαδηλωτές, απαίτησαν από τον στρατό να επέμβει. Πράγματι, πέντε ημέρες αργότερα, ο αλ Μπασίρ, πρώην στρατιωτικός που ανήλθε στην εξουσία μέσω πραξικοπήματος, ανατράπηκε με (ένα ακόμη) πραξικόπημα και ο στρατός κατέλαβε την εξουσία.


Έκτοτε και μέχρι τον Αύγουστο του ίδιου έτους, οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν, απαιτώντας πλέον τη διακυβέρνηση της χώρας από πολίτες και όχι από στρατιωτικούς, ανησυχώντας για το ενδεχόμενο αντικατάστασης του Μπασίρ από «ομοίους του», ως άλλη «Λερναία Ύδρα». Οι φόβοι τους εντάθηκαν, στις 3 Ιουνίου 2019, όταν, στρατιωτικοί, διέλυσαν καθιστική διαμαρτυρία των πολιτών, πυροβολώντας και σκοτώνοντας τουλάχιστον 100 διαδηλωτές. Μέχρι και σήμερα, οι στρατιωτικοί που βρίσκονται στην κυβέρνηση, αποποιούνται τις ευθύνες, υποστηρίζοντας πώς η ένοπλη επίθεση διαπράχθηκε από παραστρατιωτικές ομάδες, που ουδεμία σχέση δεν έχουν μαζί τους. 

Δύο μήνες αργότερα, στρατιωτικοί και πολίτες, έφτασαν σε συμφωνία, για τη δημιουργία μιας «μεταβατικής κυβέρνησης» με χρονικό ορίζοντα 3.5 ετών, δημιουργώντας το «Κυρίαρχο Συμβούλιο», το οποίο θα αποτελούταν από 6 πολίτες και 5 στρατιωτικούς, και θα διευθυνόταν από τον στρατιωτικό αλ Μπουρχάν για τους πρώτους 21 μήνες. Μετά το πέρας αυτού του διαστήματος, η διεύθυνση του θα πέρναγε στην πλευρά των πολιτών. Οι πολίτες είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν τον πρωθυπουργό της χώρας, με τον οικονομολόγο Χαμντόκ να αναλαμβάνει το αξίωμα. 

Οι πρώτοι μήνες αυτής της ιδιότυπης συγκυβέρνησης, σημαδεύτηκαν από την απόπειρα δολοφονίας κατά του Χαμντόκ τον Μάρτιο του 2020, με τους στρατιωτικούς να αρνούνται την οποιαδήποτε ευθύνη. Έναν μήνα πριν, ο αλ Μπουρχάν, δίχως να ρωτήσει την κυβερνητική πλευρά των πολιτών, συναντούσε τον ισραηλινό πρωθυπουργό, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, με στόχο την εξομάλυνση των σχέσεων των δύο χωρών, σύμφωνα με την Areig Elhag του think-tank, Washington institute. Η εν λόγω πρωτοβουλία προκάλεσε αντιδράσεις, την ώρα που, ήταν γνωστές και οι εξαιρετικές σχέσεις του αναπληρωτή επικεφαλή του Κυρίαρχου Συμβουλίου, στρατιωτικού, Μοχάμεντ Χάμνταν Νταγκάλο, με χώρες όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αρκετοί αναλυτές, υποστηρίζουν πώς τα εν λόγω κράτη, υπέσκαπταν την κυβέρνηση Χάμντοκ, με στόχο την αντικατάσταση του, από τον «δικό τους», Νταγκάλο, σύμφωνα με το africanreport.

Αν και, σύμφωνα με την αρχική συμφωνία, ο αλ Μπουρχάν, θα διεύθυνε το Κυρίαρχο Συμβούλιο έως τον Φλεβάρη του 2021, λόγω μιας ειρηνευτικής συμφωνία που υπεγράφη ανάμεσα στην κυβέρνηση της χώρας και σε παραστρατιωτικές ομάδες, η διεύθυνση του Συμβουλίου θα περνούσε στην πλευρά των πολιτών… μόλις λίγες εβδομάδες μετά το πραξικόπημα της 25ης Οκτωβρίου. Είχε προηγηθεί το αποτυχημένο πραξικόπημα της 21η Σεπτεμβρίου, όταν στρατιωτικοί, προσκείμενοι στον αλ Μπασίρ προσπάθησαν να καταλάβουν την εξουσία, ανεπιτυχώς. Ο Νταγκάλο, τότε, είχε κατηγορήσει την πολιτική ηγεσία, ως κύρια υπεύθυνη για την εν λόγω εξέλιξη «αλλά και για κάθε πραξικόπημα που συμβαίνει», αναφέροντας πώς «αυτά συμβαίνουν γιατί έχουν παραμελήσει τους πολίτες», σύμφωνα με το AFP. Η φράση του ενδεχομένως, αποδεικνύεται ολίγον τι… «προφητική», με τον ίδιο να συνεχίζει βέβαια να βρίσκεται σε υψηλότατο αξίωμα όσον αφορά τη διακυβέρνηση της χώρας, και μετά το πραξικόπημα. 

Τα βαθύτερα αίτια του πραξικοπήματος 

Ήταν όμως πραγματικά «προφητική» η φράση του Νταγκάλο; Ή μήπως η «μεταβατική κυβέρνηση», είχε ήδη απογοητεύσει τους πολίτες του Σουδάν και είχε επιδεινώσει το –ήδη τεταμένο λόγω τεράστιων οικονομικών προβλημάτων- πολιτικό κλίμα στη χώρα; 

«Το μεγάλο ερώτημα που μας απασχολεί σήμερα, είναι εάν το Σουδάν θα συνεχίσει να υπάρχει ή όχι». Με αυτήν την ασυνήθιστα «δραματική» φράση, δεδομένου του τεχνοκρατικού προφίλ που διατηρεί, ο Αμπντάλα Χαμντόκ, τον Ιούλιο του 2021, έδινε το σύνθημα για ένα νέο ξεκίνημα στη διαδικασία της «δημοκρατικής μετάβασης» της χώρας, όπως αναφέρει το World Politics Review. Οι αιτίες που η μεταβατική κυβέρνηση, είχε μάλλον απογοητεύσει τους πολίτες της χώρας, συνοψίζονται σε δύο: 1) Στην υπέρμετρη δύναμη του στρατού, σε βαθμό που –σχεδόν- ανά πάσα στιγμή, μπορεί να «δημιουργήσει μια τέτοια πραγματικότητα που να τους δώσει τη δυνατότητα να καταλάβουν την εξουσία», όπως αναφέρει ο πρώην υπουργός εμπορίου της χώρας, Αμπάς Μαντάνι, στο Reuters, 2) Στην έλλειψη αποφασιστικότητας (και ίσως θέλησης) από την κυβέρνηση Χαμντόκ, να «συγκρουστεί» με το «βαθύ κράτος» και τα (κυρίως στρατιωτικά) οικονομικά συμφέροντα που το υποστηρίζουν. Είναι ενδεικτικό πώς, οι οικονομικές ανισότητες στο Σουδάν, δεν έχουν αμβλυνθεί τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ το ποσοστό των πολιτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας έχει αυξηθεί, σύμφωνα με όσα αναφέρει η αναλύτρια του think-tank Insight Strategy Partners (ISP), Kholood Khair, στο AlJazeera.

«Το μεγαλύτερο ρίσκο στην ‘δημοκρατική μετάβαση’ του Σουδάν είναι η οικονομία. Πρέπει οι πολίτες της χώρας να νιώσουν πώς η πλευρά των πολιτών φροντίζει για τα καθημερινά οικονομικά προβλήματα που έχουν. Αλλιώς είναι πιθανό να σταματήσουν να υποστηρίζουν τη διαδικασία μετάβασης της χώρας», υπογράμμιζε ήδη από τον Αύγουστο του 2021, ο αναλυτής του  International Crisis Group, Γιόνας Χόρνερ, στο PBS.

Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση Χαμντόκ, γνωρίζοντας πώς 9.6 εκατομμύρια πολίτες του Σουδάν χρειάζονται επειγόντως ανθρωπιστική βοήθεια αλλά και ότι ένα καλάθι αγορών βασικών αγαθών, κοστίζει περίπου το 75% του εισοδήματος ενός νοικοκυριού λόγω του πληθωρισμού, σύμφωνα με το World Food Programme, όχι μόνο δεν «συγκρούστηκε» με το στρατιωτικό σύμπλεγμα της χώρας, που έχει στην κατοχή του πάνω από 200 επιχειρήσεις, αλλά ακολουθεί κατά γράμμα τις πολιτικές λιτότητας του Διεθνές Νομισματικού Ταμείου, πραγματοποιώντας περικοπές σε οικονομικά βοηθήματα, ζωτικά για την επιβίωση των πολιτών του Σουδάν. Ως αποτέλεσμα, μέτρα όπως η γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού πριν από μερικούς μήνες, δεν βελτιώνουν την χείριστη οικονομική κατάσταση, στην οποία βρίσκεται ένα μεγάλο μέρος των πολιτών της χώρας, οι οποίοι, από την εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων στην αρχή του καλοκαιριού, έχουν ξαναβγεί στους δρόμους, διαδηλώνοντας. Σημειώνεται ότι, ο Χαμντόκ, προχώρησε στις συγκεκριμένες κινήσεις, με στόχο την μείωση του κρατικού χρέους του Σουδάν, έχοντας πετύχει μια σημαντική αναδιάρθρωση μετά από διαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ. 

Όμως, όπως αναφέρει διπλωμάτης με καλή γνώση της κατάστασης στο Σουδάν, στο European Council on Foreign Relations, «ο μόνος τρόπος να απαλλαχθεί το Σουδάν από ένα μέρος του χρέους του, είναι να βάλει τάξη στην παράνομη οικονομία του, αλλιώς δεν μπορεί να μπει στο ‘σωστό μονοπάτι’».

«Το μείζον και πραγματικό πρόβλημα της χώρας, είναι πώς η πλευρά των πολιτών που συγκυβερνά το Σουδάν, δεν επιθυμεί να συγκρουστεί πραγματικά με τους στρατιωτικούς, οι οποίοι όμως κατέχουν ένα τεράστιο δίκτυο εταιρειών, που δραστηριοποιούνται στις εξαγωγές χρυσού, μετάλλων και πολλών άλλων αγαθών», γράφει ο ερευνητής Jean Baptiste Gallopin στο European Council on Foreign Relations, ενώ, σημειωτέον πώς, η εταιρεία του Νταγκάλο, αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς χρυσού της χώρας (ο χρυσός αφορά περίπου το 70% των συνολικών εξαγωγών του Σουδάν). 

Αξίζει να αναφερθεί βέβαια, πώς, τον Μάρτη του 2021, οι στρατιωτικοί συμφώνησαν να παραχωρήσουν τις πάνω από 200 επιχειρήσεις τους υπό τον έλεγχο του κράτους, σε μια σημαντική συμφωνία, η οποία όμως τίθεται «εν αμφιβόλω», μετά το πραξικόπημα, αν και, ήδη, εξαρχής, αναλυτές όπως ο Yezid Sayigh του Malcolm H. Kerr Carnegie Middle East Center, υπογράμμιζαν πώς προβλήματα όπως, α) η έλλειψη διαφάνειας αναφορικά με το πόσες και το ποιες εταιρείες έχουν υπό την κατοχή τους οι στρατιωτικοί, β) η αγορά άλλων (πιο κερδοφόρων) εταιρειών από τους στρατιωτικούς στο «μεσοδιάστημα» μέχρι την υπογραφή της συμφωνίας, θα υπέσκαπταν ούτως ή άλλως τη σημασία της συμφωνίας. 

Η «γεωπολιτική» διάσταση του πραξικοπήματος

Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ αφότου «καταδίκασε πλήρως» το πραξικόπημα, τόνισε επίσης, μέσω ανακοίνωσης του που επικαλείται η Haaretz, πώς η εξομάλυνση των σχέσεων Σουδάν-Ισραήλ, θα «επανεξεταστεί». Παράλληλα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, ανακοίνωσαν πώς δε θα δοθεί η χρηματική βοήθεια 700 εκατομμυρίων δολαρίων, που προοριζόταν για τη «δημοκρατική μετάβαση» της χώρας. Αξίζει να σημειωθεί πώς, από την απομάκρυνση του αλ Μπασίρ και έπειτα, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αναβαθμίσει σημαντικά τις εμπορικές τους σχέσεις με το Σουδάν. 

Αντίθετα, η Κίνα, η οποία μάλιστα αποτελεί μια από τις ελάχιστες χώρες που είχε φιλοξενήσει τον αλ Μπασίρ μετά την καταδίκη του, διατηρούσε αρκετά καλές εμπορικές και διπλωματικές σχέσεις με τη χώρα και πριν το 2019 και αρκέστηκε σε μια λιτή δήλωση σχετικά με το πραξικόπημα της 25ης Οκτωβρίου, καλώντας τις δύο πλευρές να λύσουν τις διαφορές τους «μέσω του διαλόγου».  Η χώρα της Ασίας άλλωστε, παραμένει ένας από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους της χώρας, κάτι που φάνηκε και από τη δωρεά εκατοντάδων χιλιάδων κινεζικών εμβολίων κατά του κορονοϊού προς τη χώρα, αν και, τα τελευταία χρόνια, ο ανταγωνισμός με τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν εντονότερος.  Όσον αφορά τη Ρωσία, η οποία φαίνεται να διατηρεί ιδιαίτερα καλές σχέσεις με το στρατιωτικό σύμπλεγμα του Σουδάν αλλά και με όσους πρόσκεινται στον αλ Μπασίρ, όπως αναφέρει ο Giorgi Cafiero ιδρυτής του κέντρου Gulf State Analytics, σε ανακοίνωση της, κατηγόρησε «ξένες δυνάμεις» για την κατάσταση στο Σουδάν, υπονοώντας –μεταξύ άλλων- τις Ηνωμένες Πολιτείες. Συμπερασματικά πάντως, τόσο η Κίνα, όσο και η Ρωσία, αλλά και χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος και τα ΗΑΕ, είναι πιθανόν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στη χώρα, με βάση τις τελευταίες εξελίξεις, σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. 

«Ο παίκτης-κλειδί, δεν είναι άλλος από τις ΗΠΑ. Όλα θα εξαρτηθούν από το κατά πόσο η Αμερική θα συνεχίσει να καταδικάζει το πραξικόπημα, ή εάν θα αλλάξει στάση. Εάν οι ΗΠΑ επιβάλλουν κυρώσεις στο Σουδάν, τότε θα επέλθει καταστροφή στη χώρα. Σε κάθε περίπτωση, όσο περισσότερο μένει ο στρατός στην εξουσία, τόσο το καλύτερο για την Ρωσία», συνοψίζει, ο καθηγητής διεθνών σχέσεων, Sergei Seregichev, στο Kommersant.


Βάγγος Θεοδώρου

Σχόλια