Η (Αν)Ελευθερία του Τύπου στην Ελλάδα

Η Έλενα Ακρίτα, κατείχε για 20 χρόνια μια εβδομαδιαία στήλη στην εφημερίδα «Τα Νεα». Για πρώτη φορά, όπως είχε δημοσιεύσει η ίδια στο facebook στις 12 Δεκεμβρίου, το άρθρο της δεν δημοσιεύτηκε. Υπέστη δηλαδή λογοκρισία από την διεύθυνση της εφημερίδας, όπως τόνισε και η ίδια. Το κείμενό της αφορούσε την υπόθεση του σπιτιού που ενοικίαζε ο Αλέξης Τσίπρας στο Σούνιο, υπόθεση που αποτέλεσε αιτία για να εξαπολυθεί μια επίθεση από την Κυβέρνηση για ένα σκάνδαλο, το οποίο ουδέποτε αποδείχθηκε ως τέτοιο.

Το άρθρο της κ. Ακρίτα ασκούσε κριτική στη Κυβέρνηση, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων πως είναι ανεπίτρεπτο για μια Κυβέρνηση, την ώρα που αντιμετωπίζουμε αυτή την τόσο δύσκολη κατάσταση, με τις ελλείψεις στα νοσοκομεία και τους δεκάδες νεκρούς καθημερινά, να γίνεται προσπάθεια να κατευθυνθεί το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης στο εξοχικό του πρώην Πρωθυπουργού, με στοιχεία που εν τέλει αμφισβητήθηκαν. Το άρθρο είναι διαθέσιμο καθώς το δημοσίευσε η ίδια στο προσωπικό της λογαριασμό. Διότι, για να καταλάβουμε πλήρως τι έχει συμβεί, μια έμπειρη δημοσιογράφος έκανε κριτική στη Κυβέρνηση, η δημοσίευση της οποίας εμποδίστηκε. Στη συνέχεια υπέβαλε την παραίτησή της.

Λίγες ημέρες μετά, η Δήμητρα Κρουστάλλη, η πρώην διευθύντρια σύνταξης από «Το Βήμα» υπέβαλε κι αυτή την παραίτησή της. Η ίδια το δημοσίευσε στο facebook, όπου μεταξύ άλλων αναφέρει πως «έπειτα από τη δημοσίευση του ρεπορτάζ για το παράλληλο και ατελέσφορο σύστημα καταγραφής των κρουσμάτων κορωνοιού από την ΗΔΙΚΑ και τον ΕΟΔΥ ασκήθηκε ασφυκτική πίεση από το Μέγαρο Μαξίμου. Αυτή μετατράπηκε σε εσωτερική ένταση και με έφερε ενώπιον του διλήμματος: προσωπικός και επαγγελματικός ευτελισμός ή παραίτηση». Επέλεξε λοιπόν το δεύτερο.

Μια ακόμη περίπτωση λογοκρισίας, προέκυψε λίγες ημέρες μετά, στο δημοτικό ραδιόφωνο Λάρισας. Συγκεκριμένα, ο νομικός Κώστας Σταυριανός, πραγματοποιούσε μια εβδομαδιαία εκπομπή στο δημοτικό σταθμό αμισθί, με τίτλο «Τέρμα τα νάζια». Μια από αυτές, ήταν αφιερωμένη στην Ελληνική Αστυνομία. Τα τραγούδια που χρησιμοποιήθηκαν, όπως το «Fascist Cops», είχαν επιλεγεί από το ίδιο το κοινό. Ο ίδιος ο ραδιοφωνικός παραγωγός έκανε ορισμένες τοποθετήσεις στην εκπομπή, οι οποίες θεωρήθηκαν «λάσπη». Μπορεί κανείς να ακούσει αποσπάσματα της εκπομπής στο youtube. Η Αστυνομία λοιπόν αντέδρασε, κι έτσι ο Κώστας Σταυριανός απομακρύνθηκε από το ραδιόφωνο, επειδή «καταχράστηκε την φιλοξενία».

Λίγο καιρό πριν, ο δημοσιογράφος Στρατής Μπαλάσκας, είχε καταδικαστεί από το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Βορείου Αιγαίου για εξύβριση, για τον χαρακτηρισμό «νεοναζί» που είχε αποδώσει σε καθηγητή και γυμνασιάρχη στη Μυτιλήνη. Ο γυμνασιάρχης, όπως φαίνεται μέσα από το ιστολόγιό του, συνόδευε ορισμένα άρθρα του με σήματα των SS, ενώ ο ίδιος δήλωνε εθνικοσοσιαλιστής.

Ο δημοσιογράφος, μετά την καταδίκη του, κατέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο και τον δικαίωσε, υποστηρίζοντας πως ο δημοσιογράφος είχε καθήκον να μεταφέρει πληροφορίες για ένα ζήτημα δημοσίου συμφέροντος. Άλλωστε, η δημοσιοποίηση των απόψεων του γυμνασιάρχη με δική του επιθυμία, σημαίνει πως θα έπρεπε να είναι ανεκτικός και στη δημοσιογραφική κριτική. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λοιπόν έκρινε πως η ελληνική Δικαιοσύνη παραβίασε παραβίασε το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σχετικά με την «ελευθερία της έκφρασης».

Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως όλες οι προαναφερθείσες υποθέσεις είναι μεμονωμένα περιστατικά. Δηλαδή, πως δεν υπάρχει κάποιο οργανωμένο σχέδιο να φιμωθούν ή να περιθωριοποιηθούν ορισμένες ανεπιθύμητες φωνές, οι οποίες άσκησαν κριτική στην Κυβέρνηση, στην Αστυνομία, στον ΕΟΔΥ, ή στην ακροδεξιά. Ανεξάρτητα από τη φύση του κάθε ζητήματος, τον/την εκάστοτε Υπουργό ή το Μέσο,ο βαθμός της επικράτησης της Ελευθερίας του Τύπου στην Ελλάδα συναντά πολλά «αγκάθια», τα οποία ωθούν ολοένα και περισσότερο προς την υιοθέτηση της άποψης πως, αν και συνταγματικά κατοχυρωμένη, υποβαθμίζεται ηθελημένα και μη.

Ας αναφέρουμε σύντομα ορισμένα παραδείγματα, φαινομενικά μη συνδεόμενα με τα παραπάνω γεγονότα. Μια από τις πρώτες κινήσεις της Νέας Δημοκρατίας μετά την εκλογή της, ήταν η ανάληψη από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό της εποπτείας των δημόσιων μέσων ενημέρωσης, δηλαδή της ΕΡΤ και του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου. Η απόφαση αυτή είχε γίνει αντικείμενο έντονης κριτικής, όπως και η μετέπειτα τοποθέτηση στην Προεδρία της ΕΡΤ του πρώην επικεφαλής του γραφείου Τύπου της ΝΔ.

Επίσης, η περιβόητη Λίστα Πέτσα, με τα εκατομμύρια προς τα ΜΜΕ, όξυνε περισσότερο την κριτική, δεδομένου ότι, όπως τονίστηκε ποικιλοτρόπως, το απαραίτητο θεσμικό πλαίσιο υπήρχε, έτσι ώστε να μην είναι απαραίτητη η κρατική χρηματοδότηση. Το ίδιο φαίνεται πως θα συμβεί και με την «Λίστα Κικίλια».

Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση πως μεταξύ 180 χωρών παγκοσμίως, οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα κατατάσσουν την Ελλάδα στην 65η θέση. Μπορεί με μια πρώτη ματιά αυτό να μην φαίνεται τόσο καταστροφικό, ωστόσο αν αναλογιστούμε πως μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Ελλάδα βρίσκεται πάνω μόνο από τρεις χώρες, την Μάλτα, την Ουγγαρία και τη Βουλγαρία, τότε καταλαβαίνει κανείς πως η κατάσταση είναι άκρως προβληματική. 

Δεδομένης λοιπόν της κατάστασης, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη η έκθεση του ΕΣΡ, σύμφωνα με την οποία, η έκθεση των θέσεων της Κυβέρνησης της ΝΔ, με οποιοδήποτε τρόπο, κυριαρχεί κατά πολύ όσον αφορά τον τηλεοπτικό χρόνο των δελτίων ειδήσεων την περίοδο μετά την εκλογή της (Ιούλιος – Δεκέμβριος 2019). 


Κλείνοντας, ας θυμηθούμε τι έγραψε ο Timothy Snyder (2017, 67), έχοντας κατά νου πως μέσα σε αυτό το ομιχλώδες τοπίο που ονομάζουμε «ενημέρωση», υπάρχουν ακόμη άνθρωποι αξιοσέβαστοι. «Οι δημοσιογράφοι δεν είναι τέλειοι, ή τουλάχιστον πιο τέλειοι από όσους κάνουν διαφορετικά επαγγέλματα. Όμως η εργασία των ανθρώπων που μένουν πιστοί στα δημοσιογραφικά ιδεώδη και στην δημοσιογραφική δεοντολογία έχει διαφορετική ποιότητα από την δουλειά όσων αδιαφορούν γι’ αυτά».

*Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο TV Χωρίς Σύνορα στις 31/12

Γιάννης Τσεκούρας

Σχόλια